top of page

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΜΕΣΑ ΠΟΤΑΜΟΥ

ΕΝΑ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ

Σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ ὄμορφες καὶ καταπράσινες τοποθεσίες τοῦ Τροόδους, μεταξὺ Πλατρῶν, Κάτω Ἀμιάντου καὶ πέντε μόλις χιλιόμετρα ἀπὸ τὸν ἐξοχικὸ Σαϊττά, βρίσκεται τὸ μοναστήρι τοῦ Μέσα Ποταμοῦ, τὸ ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένο στὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο καὶ Βαπτιστὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ὀνομασία τῆς τοποθεσίας «Μέσα Ποταμός» ὀφείλεται στὸ ὁμώνυμο ρυάκι, παραπόταμο τοῦ Κούρρη ποταμοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει τὶς πηγές του στὶς ἀνατολικὲς πλαγιὲς τοῦ Τροόδους, στὴν περιοχὴ τοῦ ἀμιαντορυχείου.

Γιὰ τὴν ἱστορία τῆς ἵδρυσης τῆς Μονῆς δὲν ὑπάρχουν ὁποιαδήποτε στοιχεῖα, ὅπως ἄλλωστε συμβαίνει μὲ τὰ περισσότερα μοναστήρια τοῦ τόπου. Ἡ παλαιότερη ἀναφορὰ σὲ αὐτὸ προέρχεται ἀπὸ ἔγγραφο τοῦ ἔτους 1468, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο ὁ βασιλιὰς τοῦ νησιοῦ Ἰάκωβος Β΄ Λουζινιανὸς παραχώρησε ἀρχικὰ στὸν ἡγούμενο τοῦ μοναστηριοῦ Γρηγόριο καὶ στὴν συνέχεια στὸν ἀνεψιὸ τοῦ τελευταίου Κάλλιστο, γιὰ ὅλη τους τὴν ζωή, μέρος ἀπὸ τοὺς φόρους τοῦ Κοιλανίου.

Ἡ ἑπόμενη μαρτυρία γιὰ τὴν λειτουργία του προέρχεται ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ Στεφάνου Λουζινιὰν (1573), ὁ ὁποῖος ἀναφέρει ὅτι στὸ μοναστήρι τοῦ Μέσα Ποταμοῦ κατέφυγε στὰ μέσα τοῦ 16ου αἰώνα ὁ ὅσιος Θεοφάνης, ἀφοῦ παραιτήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Σολέας. Ἡ μνήμη του διατηρήθηκε καθόλο τὸ διάστημα τῆς Τουρκοκρατίας, καὶ ἡ ἀσκητικὴ καὶ ἐνάρετη ζωή του τονίζεται ἀπὸ πολλοὺς ἐκκλησιαστικοὺς συγγραφεῖς τῆς ἐποχῆς.

Τὴν συνέχιση τῆς λειτουργίας τῆς Μονῆς τοῦ Μέσα Ποταμοῦ καὶ στὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας τεκμηριώνουν σειρὰ απὸ διάφορα ἔγγραφα, ἐπιγραφὲς σὲ φορητὲς εἰκόνες καὶ ἐκκλησιαστικὰ κειμήλια τῆς Μονῆς, καθὼς καὶ τὸ περιηγητικὸ κείμενο τοῦ Ρώσσου μοναχοῦ Βασιλείου Μπάρσκυ. Ἡ ἀρχαιότερη μαρτυρία γιὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας ἀνάγεται στὸ 1584, ἔτος ἁγιογράφησης προσκυνηματικῆς εἰκόνας τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἡ ὁποία φυλασσόταν στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Λεμεσοῦ καὶ σήμερα ἔχει ἐπιστρέψει στὴν Μονή. Σύμφωνα μὲ τὴν κτητορικὴ ἐπιγραφή της, ἁγιογραφήθηκε μὲ δαπάνες τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς Σωφρονίου ἱερομονάχου. Ἂς σημειωθῇ ὅτι ἡ ἀρχαία καὶ πολύτιμη αὐτὴ εἰκόνα κλάπηκε ἀπὸ ἀρχαιοκάπηλους σὲ ἀνύποπτο χρόνο. Ἐντοπίστηκε, ὅμως, γύρω στὸ 1999 στὴν Γερμανία ἀπὸ τὸν βυζαντινολόγο Ἀθανάσιο Παπαγεωργίου καὶ μετὰ ἀπὸ ἀρκετὲς προσπάθειες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ἐπιστράφηκε στὸ νησὶ καὶ στὴν δικαιοῦχο της Μητρόπολη Λεμεσοῦ. Εἶναι θαυμαστὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ εἰκόνα ἐπέστρεψε στὴν Κύπρο ἀκριβῶς τὴν μέρα ποὺ συμφωνήθηκε ἡ ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν γιὰ τὴν ἀνακαίνιση τῆς Μονῆς.

Ἡ λειτουργία τῆς Μονῆς συνεχίστηκε μέχρι τὶς πρῶτες δεκαετίες τοῦ 19ου αἰώνα, ὅμως στὴν συνέχεια παρήκμασε καὶ ἐγκαταλείφθηκε ἐξαιτίας τῶν δεινῶν ποὺ προκάλεσαν οἱ Ὀθωμανοὶ κατακτητὲς στὸν ἑλληνικὸ πληθυσμὸ τοῦ νησιοῦ μετὰ τὸ 1821, μιὰ θλιβερὴ ἐξέλιξη ποὺ συνέβηκε καὶ μὲ πολλὰ ἄλλα ἀπὸ τὰ ἑξῆντα ἑπτὰ μοναστήρια ποὺ λειτουργοῦσαν κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ 1820 στὴν Κύπρο.

Λίγα χρόνια ἀργότερα, στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 1910, καταβλήθηκε προσπάθεια ἀναβίωσής της ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Κιτίου Μελέτιο Μεταξάκη (1910-1918), ὁ ὁποῖος μερίμνησε ὥστε νὰ ἐγκαταβιώσουν σὲ αὐτό, τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1911, Σταυροβουνιῶτες μοναχοί. Ἡ προσπάθεια ὅμως αὐτὴ δὲν καρποφόρησε, μὲ ἀποτέλεσμα τὸ 1916 οἱ πατέρες νὰ ἐπιστρέψουν στὸ Σταυροβούνι.

Στὸ μεταξύ, τὸ 1914, ὁ Μεταξάκης ἀνήγειρε στὴν θέση τῶν ἐρειπωμένων μοναστηριακῶν κτισμάτων ξενοδοχεῖο μὲ τὸ ὄνομα «Μέσα Ποταμός» μὲ σχέδια τοῦ ἀρχιτέκτονα Ζαχαρία Βόνδα ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια. Ἡ μαγευτικὴ τοποθεσία καὶ τὸ θαυμάσιο φυσικὸ περιβάλλον συνετέλεσαν ὥστε νὰ καταφεύγουν σὲ αὐτό, ὄχι μόνο Κύπριοι, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ Ἕλληνες τῆς Αἰγύπτου. Ἀργότερα, ὅμως, ἐξαιτίας κυρίως τῆς συρρίκνωσης τοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς καὶ τῶν νέων δεδομένων ποὺ δημιουργήθηκαν μετὰ τὸν Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, ἡ λειτουργία του κατέστη ἀσύμφορη μὲ ἀποτέλεσμα νὰ κλείσῃ ὁριστικὰ γύρω στὰ 1950, ὁπόταν ἐγκαταλείφθηκε καὶ ἐρημώθηκε.

Τὸ 1973, μετὰ τὴν αὔξηση τῶν Μητροπόλεων τῆς Κύπρου ἀπὸ τέσσερις σὲ ἕξι, ἡ Μονὴ τοῦ Μέσα Ποταμοῦ ὑπήχθη στὰ ὅρια δικαιοδοσίας τῆς νεοσύστατης Μητρόπολης Λεμεσοῦ, ποὺ τὴν χρησιμοποιοῦσε ὡς κατασκηνωτικὸ χῶρο κατὰ τὶς θερινὲς περιόδους.

Τὸ 1999, μετὰ τὴν ἀνάληψη τῶν ποιμαντορικῶν του καθηκόντων, ὁ νέος Μητροπολίτης Λεμεσοῦ κ.κ. Ἀθανάσιος ἔθεσε ὡς στόχο του τὴν πλήρη ἀνακαίνιση καὶ ἐπαναλειτουργία τῆς Μονῆς. Στὴν προσπάθεια αὐτὴ ἦρθε ὡς ἀρωγὸς ὁ ἤδη μακαριστὸς Κωνσταντίνος Λεβέντης μαζὶ μὲ τὴν εὐλαβῆ σύζυγό του Ἐδμὲ Λεβέντη, οἱ ὁποῖοι ἀνέλαβαν ἐξ ὁλοκλήρου τὴν μεγάλη οἰκονομικὴ δαπάνη γιὰ τὴν ἀνακαίνιση τῆς Μονῆς. Πράγματι, οἱ ἐργασίες ἄρχισαν τὸν Μάιο τοῦ 2002 καὶ ὁλοκληρώθηκαν τὸ 2003, ἔτος κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ Μητροπολίτης Λεμεσοῦ ἐγκατέστησε πενταμελῆ ἀνδρικὴ κοινοβιακὴ ἀδελφότητα ἀπὸ τὴν Μονὴ Μαχαιρᾶ ξαναζωντανεύοντας ἔτσι μιὰ μοναστικὴ παράδοση αἰώνων.

Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου Μέσα Ποταμοῦ, ὅπως καὶ κάθε μονή, ἔρχεται σήμερα νὰ προσφέρῃ στὸν κουρασμένο ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας τὴν ζωντανὴ ἐμπειρία τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπὸ τὴν λειτουργικὴ ζωή, ἀποδεικνύοντας ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, μπορεῖ νὰ ἐφαρμόζεται σὲ κάθε ἐποχὴ μὲ τὴν ἴδια ἀκρίβεια καὶ πνευματικὴ δύναμη.

bottom of page